Ο όρος «κατανάλωση σνακ» αναφέρεται στην κατανάλωση μικρών γευματιδίων μεταξύ των κύριων γευμάτων της ημέρας. Επιστήμονες υγείας (γιατροί, διαιτολόγοι και λοιποί) συχνά συστήνουν την υιοθέτηση μικρών και συχνών γευμάτων, δηλαδή την κατανάλωση 3 κύριων γευμάτων (πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό γεύμα) και 2-3 ενδιάμεσων σνακ κατά τη διάρκεια της ημέρας, στο πλαίσιο της υιοθέτησης μιας συνολικά ισορροπημένης δίαιτας. Ωστόσο, έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι το συχνό τσιμπολόγημα μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητη αύξηση του σωματικού βάρους. Τι ισχύει τελικά για την κατανάλωση σνακ και το σωματικό βάρος παιδιών και εφήβων και πώς μπορείτε ως γονείς να ενσωματώσετε τα σνακ στην καθημερινή τους διατροφή;
Πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι παιδιά και έφηβοι που καταναλώνουν περισσότερα γεύματα (τουλάχιστον 4) κατά τη διάρκεια της ημέρας έχουν μικρότερη πιθανότητα να είναι υπέρβαρα/οι, σε σχέση με παιδιά και εφήβους που καταναλώνουν λιγότερα γεύματα (το πολύ 3). Οι λόγοι που εξηγούν αυτή την ευεργετική επίδραση της αυξημένης συχνότητας κατανάλωσης τροφής στο σωματικό βάρος παιδιών και εφήβων δεν είναι πλήρως γνωστοί. Παρόλα αυτά, πιθανολογείται ότι ο καταμερισμός της τροφής σε πολλά μικρά γεύματα εφοδιάζει συνεχώς τον οργανισμό με την απαιτούμενη ενέργεια αλλά και τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για τη φυσιολογική του ανάπτυξη. Αποτέλεσμα αυτής της σταθερής παροχής ενέργειας είναι η αποφυγή της νηστείας για μεγάλο χρονικό διάστημα και του επακόλουθου αυξημένου αισθήματος πείνας, που μπορεί να οδηγήσει σε υπερκατανάλωση τροφής στο επόμενο γεύμα. Επιπλέον, παιδιά και έφηβοι που καταναλώνουν σνακ μπορεί να είναι περισσότερο σωματικά δραστήρια/οι κατά τη διάρκεια της ημέρας, γεγονός που συμβάλλει τόσο στη βελτίωση της φυσικής τους κατάστασης όσο και στη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους.
Σε κάθε περίπτωση, μεγάλη σημασία πρέπει να δίνεται και στην ποιότητα των σνακ που επιλέγονται. Σε γενικές γραμμές, συστήνεται να επιλέγονται σνακ πλούσια σε θρεπτικά συστατικά και φτωχά σε θερμίδες, και σε αντικατάσταση εκείνων που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος και ζάχαρη (π.χ. τυποποιημένα αλμυρά και γλυκά σνακ, αναψυκτικά με ζάχαρη κ.ά.). Τα τελευταία θα πρέπει να αποφεύγονται ή να καταναλώνονται περιστασιακά με το διπλό στόχο να αποφευχθεί η αύξηση του σωματικού βάρους και να καλυφθούν οι διατροφικές ανάγκες του παιδιού/εφήβου. Πιο συγκεκριμένα, ένα πλήρες και ισορροπημένο σνακ μπορεί να περιλαμβάνει τρόφιμα από πολλές ομάδες τροφίμων, όπως γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, γιαούρτι ή τυρί), αμυλούχα τρόφιμα (ψωμί, φρυγανιές ή δημητριακά, κατά προτίμηση ολικής άλεσης), πρωτεϊνούχα τρόφιμα (αβγό, κομμάτια μαγειρεμένου άπαχου κρέατος ή κοτόπουλου), φρούτα (ποικιλία φρέσκων ή αποξηραμένων φρούτων) και λαχανικά (ποικιλία ωμών ή βρασμένων λαχανικών).
Σε πρακτικό επίπεδο, ένα πλήρες και εύκολο στη μεταφορά του σνακ για τις πρωινές ώρες στο σχολείο (σχολικό κολατσιό) θα μπορούσε να αποτελείται από ένα τοστ με ψωμί ολικής άλεσης, τυρί, ενδεχομένως κάποιο αλλαντικό και λαχανικά, μαζί με ένα φρούτο που καθαρίζεται εύκολα ή δεν απαιτεί καθάρισμα, όπως το μήλο, η μπανάνα ή ακόμα και αποξηραμένα φρούτα, όπως δαμάσκηνα ή σύκα. Αντιστοίχως, ένα απογευματινό σνακ για τα παιδιά και τους εφήβους που αναζητούν τη «γλυκιά γεύση» μετά το μεσημεριανό γεύμα θα μπορούσε να περιλαμβάνει κάποιο σπιτικό γλυκό, όπως κομπόστα, φρουτοσαλάτα, ζελέ με ψιλοκομμένα φρούτα, γιαούρτι με δημητριακά και μέλι, κ.ά. Μην ξεχνάτε να λαμβάνετε υπόψη τις γευστικές προτιμήσεις των παιδιών σας, καθώς και να ενθαρρύνετε τη συμμετοχή τους στην προετοιμασία των σνακ. Έχετε, επίσης, κατά νου ότι όταν τους δίνετε μεν τη δυνατότητα επιλογής αλλά περιορίζετε τις εναλλακτικές σε πιο υγιεινά σνακ, ενισχύεται τόσο η αυτονομία τους σε σχέση με τις διατροφικές τους επιλογές όσο και η πιθανότητα τελικά να καταναλώσουν ένα σνακ υψηλής θρεπτικής αξίας.