Σύμφωνα με τους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις συσκευασίες των τροφίμων πρέπει να αναγράφονται συγκεκριμένες πληροφορίες που αφορούν το προϊόν. Οι ετικέτες τροφίμων αποτελούν το μέσο επικοινωνίας μεταξύ παρασκευαστή-καταναλωτή, θεωρούνται ένα είδος ανάληψης ευθύνης από τη μεριά του παρασκευαστή και στόχο έχουν την ορθή ενημέρωση του καταναλωτή. Οι πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται στη συσκευασία των προϊόντων (πρόσθιο ή οπίσθιο ή πλαϊνό μέρος) διακρίνονται σε υποχρεωτικές από το νόμο και μη υποχρεωτικές. Στις υποχρεωτικές πληροφορίες εντάσσονται οι ακόλουθες:

 

  • ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ

Όλα τα προσυσκευασμένα τρόφιμα πρέπει να φέρουν στην ετικέτα την ονομασία του τροφίμου. Η ονομασία θα πρέπει να προσδιορίζει ακριβώς το περιεχόμενο και να περιλαμβάνει πληροφορίες για τη φυσική κατάσταση του τροφίμου ή την ειδική επεξεργασία στην οποία έχει υποβληθεί (σκόνη, κατεψυγμένο, συμπυκνωμένο, καπνιστό κλπ.), ώστε να διακρίνεται το τρόφιμο από άλλα προϊόντα. Η επεξεργασία με ιοντίζουσα ακτινοβολία πρέπει να αναφέρεται πάντοτε.
Η ένδειξη του τόπου προέλευσης είναι υποχρεωτική για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων, όπως το κρέας, τα φρούτα και τα λαχανικά, καθώς και για τρόφιμα τα οποία περιέχουν ένα συγκεκριμένο τοπωνύμιο. Είναι επίσης υποχρεωτική όταν το εμπορικό σήμα ή άλλα στοιχεία της ετικέτας, όπως μια εικόνα ή μια αναφορά σε ένα τόπο μπορούν να παραπλανήσουν τον καταναλωτή ως προς την πραγματική προέλευση του προϊόντος.

 

  • ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣΤΗ

Στην επισήμανση των τροφίμων πρέπει να γράφεται η επωνυμία και τα στοιχεία επικοινωνίας του παρασκευαστή ή του συσκευαστή ή ενός εγκεκριμένου πωλητή.

 

  • ΠΟΣΟΤΗΤΑ

Στην ετικέτα θα πρέπει να αναγράφεται η καθαρή ποσότητα του προϊόντος. Για τα υγρά εκφράζεται σε μονάδες όγκου [χιλιοστόλιτρα (ml), λίτρα (L)], για τα στερεά σε μονάδες μάζας [(γραμμάρια (g), κιλά (kg)]. Για βάρος κάτω των 5 γραμμαρίων δεν απαιτείται καταγραφή. Προσοχή, το καθαρό βάρος δηλώνεται με το σύμβολο «e», το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το Ε των πρόσθετων.

 

  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΖΩΗΣ

Ο χρόνος ζωής των προϊόντων, δηλαδή η ημερομηνία μέχρι την οποία ένα τρόφιμο διατηρεί τις ιδιαίτερες ιδιότητές του και είναι ασφαλής η χρήση του σε ενδεδειγμένες συνθήκες συντήρησης, αποτελεί υποχρεωτικό πεδίο επισήμανσης.
Σε τρόφιμα που έχουν διάρκεια ζωής μεγαλύτερη από 3 μήνες, πρέπει να αναγράφεται ο μήνας και το έτος μέχρι το οποίο θα πρέπει να καταναλωθούν, ενώ σε τρόφιμα με διάρκεια ζωής μικρότερη των 3 μηνών, πρέπει να αναγράφεται η ημέρα και ο μήνας μέχρι τον οποίον μπορούν να καταναλωθούν.
Η φράση «Ανάλωση μέχρι» χρησιμοποιείται για τρόφιμα τα οποία από μικροβιολογική άποψη είναι ευαλλοίωτα και η κατανάλωσή τους μετά το πέρας της ημερομηνίας που αναγράφεται ενδέχεται να αποτελεί άμεσο κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, όπως τροφική δηλητηρίαση. Όλα τα συσκευασμένα νωπά προϊόντα φέρουν αυτή την ημερομηνία λήξης. 
H φράση «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από το τέλος» χρησιμοποιείται κυρίως σε τρόφιμα που μπορούν να διατηρηθούν περισσότερο καιρό (κονσέρβες, δημητριακά, μπαχαρικά κ.α.), και τα οποία μετά το πέρας της αναγραφόμενης ημερομηνίας μπορεί να υποβαθμιστούν ποιοτικά (αλλοίωση γεύσης και υφής), αλλά συνήθως δεν είναι επικίνδυνα για την υγεία.

 

  • ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ

Η κατανάλωση των τροφίμων πριν την αναγραφόμενη ημερομηνία λήξης από μόνη της δεν εξασφαλίζει την ασφάλεια των καταναλωτών, καθώς οι μη κατάλληλες συνθήκες συντήρησής του μπορεί να το καταστήσουν επικίνδυνο πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία. Για το λόγο αυτό αναγράφονται οδηγίες για την ασφαλή συντήρηση των προϊόντων π.χ. «διατηρείται στους 0-3 °C» ή «διατηρείται σε δροσερό και ξηρό μέρος», «μετά το άνοιγμά του φυλάσσεται στο ψυγείο για 3-4 ημέρες» κ.τ.λ.

 

  • ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ

Τα τρόφιμα πρέπει να έχουν στην ετικέτα μια λίστα με τα συστατικά που περιέχουν. Ως «συστατικό» θεωρείται κάθε ουσία -συμπεριλαμβανομένων και των πρόσθετων (Ε)- που χρησιμοποιείται στην παραγωγή ή την παρασκευή ενός τροφίμου και συνεχίζει να υπάρχει έστω και σε τροποποιημένη μορφή. Τα συστατικά θα πρέπει να αναγράφονται κατά φθίνουσα σειρά ανάλογα με το βάρος τους κατά τη στιγμή της χρησιμοποίησής τους για την παρασκευή του τροφίμου.  
Στον κατάλογο των συστατικών θα πρέπει επίσης υποχρεωτικά να αναγράφονται τα πιθανά αλλεργιογόνα, καθώς και ουσίες που προέρχονται από Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς (ΓΤΟ). Στους ΓΤΟ το γενετικό τους υλικό έχει τροποποιηθεί τεχνητά, μεταφέροντας κάποια μεμονωμένα γονίδια με επιθυμητά χαρακτηριστικά για τα τρόφιμα ή τις καλλιέργειες. Στα τρόφιμα στα οποία η γενετική τροποποίηση του προϊόντος υπερβαίνει σε ποσοστό το 0,9% η σήμανση είναι υποχρεωτική, όχι όμως στην περίπτωση που η τροφή του ζώου έχει παραχθεί από ΓΤΟ. Όλα τα συστατικά που προέρχονται από ΓΤΟ πρέπει να αναφέρονται στον κατάλογο των συστατικών με τη γενική σήμανση «Γενετικά τροποποιημένο», «Περιέχει ή προέρχεται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς» ή/και «Αυτό το προϊόν παράγεται από γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς»
Επίσης, πρέπει να αναγράφονται και τα πρόσθετα τροφίμων, φυσικές ή συνθετικές ουσίες, όπως χρωστικές, σταθεροποιητές, συντηρητικά, αντιοξειδωτικά κ.ά, που φέρουν έναν κωδικό αριθμό «Ε», δηλωτικό της έγκρισης της ουσίας ως πρόσθετου τροφίμου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

  • ΣΗΜΑΝΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΩΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΥ

Η χρήση της λέξης «βιολογικό» στις ετικέτες των τροφίμων ρυθμίζεται αυστηρά από τη νομοθεσία της ΕΕ. Επιτρέπεται μόνον εφόσον παραπέμπει σε ειδικές μεθόδους παραγωγής τροφίμων, οι οποίες τηρούν υψηλά πρότυπα προστασίας του περιβάλλοντος και καλής μεταχείρισης των ζώων. Οι παραγωγοί που πληρούν τους απαιτούμενους όρους μπορούν να χρησιμοποιούν το ευρωπαϊκό λογότυπο «Βιολογική γεωργία-Σύστημα ελέγχου ΕΚ». Σημειώνεται ότι τα τρόφιμα μπορούν να σημαίνονται ως βιολογικά, μόνον εφόσον τουλάχιστον το 95% των γεωργικών συστατικών τους είναι βιολογικά.

 

  • ΑΡΙΘΜΟΣ ΠΑΡΤΙΔΑΣ

Ο αριθμός παρτίδας, ο οποίος συνήθως είναι ενας δυσνόητος κωδικός για τον καταναλωτή π.χ. L305804445, είναι πολύ σημαντικός για την ασφάλεια των τροφίμων, αλλά και για την πρόληψη διατροφικών κρίσεων.

 

  • ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Παρόλο που η αναγραφή των πληροφοριών σχετικά με τα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων δεν είναι υποχρεωτική, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της Ε.Ε (Οδηγία 2000/13/ΕΚ και 90/496/ΕΟΚ), εκτός και εάν το τρόφιμο έχει κάποιο σχετικό ισχυρισμό (π.χ. light), πολλές εταιρείες παρέχουν τα στοιχεία αυτά εθελοντικά. 

Με την καινούργια νομοθεσία της Ε.Ε (κανονισμός 1169/2011), που ψηφίστηκε και θα τεθεί σε ισχύ από τον Δεκέμβριο του 2014 με μια μεταβατική περίοδο εφαρμογής μέχρι το 2016, καθίσταται υποχρεωτική η διατροφική δήλωση για όλα τα προσυσκευασμένα τρόφιμα (με εξαιρέσεις για ορισμένες κατηγορίες τροφίμων), ενώ καθορίζονται και συγκεκριμένα κριτήρια για το είδος των απαιτούμενων διατροφικών στοιχείων και τον τρόπο αναγραφής τους στις ετικέτες.

Στις περιπτώσεις όπου στις ετικέτες τροφίμων υπάρχει η διατροφική επισήμανση, θα πρέπει να ακολουθούνται συγκεκριμένοι κανόνες. Για τα θρεπτικά συστατικά μπορεί να ακολουθείται το σχήμα των 4 ή 8, ώστε αναλόγως να καταγράφονται (συνήθως σε μορφή πίνακα): ενέργεια, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπη ή ενέργεια, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, σάκχαρα, λίπη, κορεσμένα λίπη, διαιτητικές ίνες, νάτριο. Οι βιταμίνες και τα ανόργανα συστατικά (μέταλλα) πρέπει να αναγράφονται εφόσον παρέχουν περισσότερο από το 15% της Συνιστώμενης Ημερήσιας Πρόσληψης (ΣΗΠ) στα στερεά προϊόντα, και το 7,5% της ΣΗΠ στα ποτά. Η περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά εκφράζεται συνήθως σε ποσότητες ανά 100 γραμμάρια ή 100 ml προϊόντος, ανά μερίδα προϊόντος (αναφέροντας και τον αριθμό των μερίδων στο προϊόν), και ως ποσοστό ΣΗΠ. Διάφορα σχήματα διατροφικής επισήμανσης έχουν αναπτυχθεί και υιοθετούνται από τη βιομηχανία τροφίμων για να διευκολυνθούν οι επιλογές του καταναλωτή, όπως οι Ενδεικτικές Ημερήσιες Προσλήψεις (GDAs) .

Υποχρεωτικές Πληροφορίες στις Συσκευασίες Τροφίμων